Ο Richard Douglas (“Dick”) Fosbury έκανε την επανάσταση στο άλμα εις ύψος χρησιμοποιώντας νέα τεχνική που έγινε γνωστή ως Fosbury Flop, που ονομάστηκε έτσι από έναν ρεπόρτερ του Oregon και αρχικά σε παρομοίωση με κίνηση ψαριού που πηδάει σε βάρκα.
Αφού είχε κερδίσει το NCAA και τα trials των ΗΠΑ, κέρδισε στις 20 Οκτωβρίου 1968 και τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Μεξικό – με 2,24μ.
Άμεσα η τεχνική αυτή καθιερώθηκε σχεδόν από όλους τους άλτες.
Ως τότε κυριαρχούσαν άλλες πιο δυναμικές τεχνικές και κυρίως του “Straddle” και το ψαλίδι – αλλά πλέον τα στρώματα με παχύ αφρώδες υλικό έδιναν την ευκαιρία στους αθλητές-τριες να χρησιμοποιήσουν ή πειραματιστούν σε νέες τεχνικές καθώς η προσγείωση ήταν πιο ακίνδυνη πια.
O Fosbury είχε ξεκινήσει να δοκιμάζει από το 1964 τη νέα τεχνική.
Η προσέγγιση και τελευταίοι διασκελισμοί γίνονταν με κλίση σε τόξο. Ο χρόνος ώθησης μεγάλωνε από το πάτημα στο εξωτερικά πόδι και το λύγισμα του εσωτερικού, το σώμα κάνει περιστροφή σε δύο άξονες οδηγώντας, με το κέντρο βάρους να ανυψώνεται σχετικά λίγο και κοντά στον πήχυ, τον αθλητή να λυγίζει διαδοχικά ώμους, πλάτη περνώντας οριζόντια, πόδια. Ο Fosbury περνούσε τη μπάρα με τα χέρια του στα πλάγια.