Το βάδην είναι μια διαδοχή βημάτων που γίνονται με τρόπο που, όπως ορίζουν οι κανονισμοί, ο βαδιστής να έρχεται σε επαφή με το έδαφος, έτσι ώστε να μην εμφανίζεται καμία ορατή (στο ανθρώπινο μάτι) απώλεια επαφής. Το κινούμενο προς τα εμπρός πόδι πρέπει να είναι τεντωμένο (δηλ. να μη λυγίζει στο γόνατο) από τη στιγμή της πρώτης επαφής με το έδαφος μέχρι την κάθετη όρθια θέση.
Όταν δεν συμβαίνει αυτό, ο βαδιστής δέχεται κόκκινη κάρτα και στις 3 κόκκινες από 3 διαφορετικούς κριτές αποκλείεται, ή όπου προβλέπεται παραμένει για κάποιο χρονικό διάστημα σε διάδρομο στάθμευσης (Pit Lane) και αποκλείεται αν λάβει κι από 4ο κριτή κόκκινη κάρτα.
Στους αγώνες εντός στίβου κυρίως εφαρμόζεται συνήθως ο κανονισμός παραμονής σε pit-lane (1′ ανά 10χλμ) στην πρώτη ευκαιρία την περίπτωση 3 κόκκινων σε κάποιον αθλητή-τρια ενώ σε περίπτωση νέας κόκκινης από άλλον κριτή ως τότε ή μετά, θα αποκλείεται.
Πως ξεκίνησε
Το αθλημα αναδυθηκε απο τη βρετανικη παραδοση του ανταγωνιστικου περπατηματος σε μεγαλες αποστασεις που ειναι γνωστο ως pedestrianism (πεζοπορια), το οποιο στα μεσα του 19ου αιωνα ξεκινησε να αναπτυσει τους κανονισμους που αποτελουν μεχρι και σημερα τη βαση του συγχρονου αγωνισματος.
Κατα τα τελη του 18ου και τον 19ο αιωνα, η πεζοπορια, οπως το τρεξιμο και η ιππασια, ηταν δημοφιλη προς τους θεατες αθληματα στα βρετανικα νησια. Η πεζοπορια εγινε τακτικο γεγονος σε πανηγυρια -σχεδον οπως και οι ιπποδρομιες– βελτιωμενο απο στοιχηματα σε αγωνες δρομου, περιφερομενους καθως και στοιχηματα μεταξυ υπηρετων. Πηγες απο τα τελη του 17ου και τις αρχες του 18ου αιωνα στην Αγγλια κανουν λογο για αριστοκρατες που εφερναν αντιμετωπους τους υπηρετες που κουβαλουσαν τις αμαξες τους, με τον περιορισμο να περπατουν με την ταχυτητα που ειχε και η αμαξα και να ανταγωνιζονται ο ενας τον αλλον.
Με το τελος του 18ου αιωνα, και ειδικοτερα με την αναπτυξη της δημοφιλιας του Τύπου, κατορθωματα οπως η καλυψη μεγαλων αποστασεων με τα ποδια (οπως οι συγχρονοι υπερμαραθωνιοι) τραβηξαν την προσοχη και ονομαστηκαν «πεζοπορισμος».
Ως αγώνισμα στίβου
Το βαδην ανακηρυχθηκε ως κλασικο αγωνισμα του στιβου κατα την πρωτη συναντηση της Αγγλικης ερασιτεχνικης ενωσης στιβου το 1880. Οι πρωτες τεχνικες διαταξεις προηλθαν σε μια προσπαθεια να υπαχθουν κανονες στο δημοφιλες αγωνισμα ανταγωνιστικου περπατηματος του 19ου αιωνα, που ηταν γνωστο ως πεζοπορια. Η πεζοπορία ειχε εξελιχθει, οπως οι αγωνες δρομου και οι ιπποδρομιες, σε δημοφιλες Βρετανικο και Αμερικανο αθλημα ελευθερου χρονου για την εργατικη ταξη, καθως επισης και σε ευκαιρια για στοιχηματισμο.
Οι βαδιστες οργανωσαν το πρωτο τους ερασιτεχνικο Αγγλικο πρωταθλημα το 1866, το οποιο κερδισε ο John Chambers και κριθηκε με βαση τον κανονα «ορθης χρησης πτερνας – δαχτυλων» (heel to toe). Αυτος ο κατα τα αλλα ασαφής κανονας υπηρξε η βαση για τους κανονες που πιστωποιηθηκαν κατα την πρωτη συναντηση πρωταθληματος της Αγγλικης ερασιτεχνικης ενωσης στιβου το 1880.
Ο Χαρίλαος Βασιλάκος, νικητής του 1ου Μαραθωνίου που έγινε κατά το Αʼ (ανεπίσημο) πανελλήνιο πρωτάθλημα και ήταν αγώνας πρόκρισης για τους Ολυμπιακούς Αγώνες όπου πήρε τη 2η θέση, εισήγαγε τον Μαίο του 1900 το βάδην στην Ελλάδα και ήταν και ο νικητής στον πρώτο αγώνα Βάδην. Το 1901 κέρδισε αγώνα 1000μ. για το Πανελλήνιο πρωτάθλημα όπου μετά το 1906 αγωνίσματα βάδην επανήλθαν το 1951.
Το βάδην πρωτοεμφανίστηκε στους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1904 ως αγώνισμα μισού μιλιου (800 μετρα) στο πλαίσιο του “all rounder” (προάγγελο του σημερινού Δεκάθλου). Το 1908, αυτόνομα αγωνίσματα 1500 και 3000 μέτρων προτέθηκαν και – με εξαίρεση το 1924 – τουλάχιστον ένα αγώνισμα βάδην (ανδρών) υπήρχε σε όλους τους Ολυμπιακούς Αγώνες, μιας και το βάδην γυναικών έγινε Ολυμπιακό αγώνισμα μολις το 1992.
Για την Ελλάδα η Αθανασία Τσουμελέκα ήταν χρυσή Ολυμπιονίκης στην Αθήνα το 2004, ενώ ιδιαίτερα η Κίνα και η Ρωσία έχουν δώσει μεγάλη σημασία στο βάδην.
Στο επίσημο πρόγραμμα στις μεγάλες διοργανώσεις Α/Γ είχαμε τα 20χλμ βάδην καθώς και τα 50χλμ βάδην – αρχικά μόνο για άνδρες.
Στις γυναίκες αρχικά από το 1986 (στο ευρωπαϊκό) μπήκαν τα 10χλμ βάδην (στο παγκόσμιο της Αθήνας το 1997 έγιναν 10.000μ. εντός Σταδίου) και το 1992 σε Ολυμπιακούς, ενώ από το 1999 τη θέση τους πήραν τα 20χλμ βάδην.
Το 2016 σταδιακά ξεκίνησε να γίνεται το αγώνισμα των 50χλμ και για τις γυναίκες, αφού από την πλευρά μιας Αμερικανίδας αθλήτριας, της Erin Taylor-Talcott, είχε προχωρήσει νομική διαδικασία για ίση μεταχείριση γυναικών με συμμετοχή τους στο αγώνισμα.
Εντάχθηκε στο παγκόσμιο πρωτάθλημα, αλλά όχι στους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Αρκετές συζητήσεις έγιναν να τροποποιηθούν οι αποστάσεις σε 10χλμ και 30χλμ, τελικά από το 2022 τα 50χλμ μετατράπηκαν σε 35χλμ στις μεγάλες διοργανώσεις.
Στους Ολυμπιακούς αγώνες δεν μπήκαν ποτέ τα 50χλμ στις γυναίκες, μάλιστα το 2024 βγήκε εντελώς η μεγάλη απόσταση (που θα ήταν πια 35χλμ) από το πρόγραμμα και εισήχθη η Μαραθώνια μικτή σκυταλοδρομία, με έναν άνδρα και μια γυναίκα να αγωνίζονται εναλλάξ περίπου από 10χλμ. Η απόσταση ορίστηκε λόγω της δημοφιλίας του Μαραθωνίου, ενώ βασικός λόγος ήταν και η επιδίωξη ίσης συνολικής συμμετοχής ανδρών και γυναικών. Βασίστηκε στα ιαπωνικά “ekiden” που είναι σκυταλοδρομίες μεγάλων αποστάσεων.
Από το 2026 τα 20χλμ θα αντικατασταθούν από τον ημιμαραθώνιο, ενώ τα 35χλμ από τον Μαραθώνιο.
Υπό εξέταση παραμένει το ενδεχόμενο να εισαχθεί σύστημα αναγνώρισης για απώλεια επαφής με το έδαφος.