Από τον περασμένο Μάρτιο απέκτησε ένα… ινδιάνικο όνομα. Είναι «εκείνη που της έσπασε το κοντάρι». Ακόμη και άνθρωποι που δεν ασχολούνται ιδιαίτερα με το στίβο, άγνωστοι που της μιλούσαν στο δρόμο, έμαθαν την Νικόλ Κυριακοπούλου από την άτυχη στιγμή που σημάδεψε την εμφάνισή της στον τελικό του Παγκοσμίου πρωταθλήματος κλειστού. Τότε ένιωσε θυμό και απογοήτευση. Σήμερα, το θυμάται και γελάει. Και ετοιμάζεται να δώσει στους νέους… φαν της καλύτερους λόγους για να την θυμούνται.

Την ερχόμενη Παρασκευή (9/5), στη Ντόχα, η άλτρια που έφερε το γυναικείο επί κοντώ στην Ελλάδα σε διεθνές επίπεδο θα κάνει την πρεμιέρα της. Πριν όμως φτάσει η στιγμή που θα σταθεί ξανά στην άκρη του διαδρόμου, με το κοντάρι στο χέρι, έτοιμη για το πρώτο αγωνιστικό άλμα της σεζόν, στο Diamond League, πέρασαν ατελείωτες ώρες κούρασης και δουλειάς στην προπόνηση.

Η δουλειά βέβαια δεν είναι λέξη που της αρέσει όταν μιλά για την προετοιμασία της. Το στάδιο είναι ο δικός της… παιδότοπος, οι μπάρες, τα κοντάρια, τα στρώματα αποτελούν τα παιχνίδια της και εκείνη μοιάζει με… μπόμπιρας που δεν θέλει ποτέ να σταματήσει να πηγαίνει από το ένα στο άλλο. Κι όταν τελειώνει η προπόνηση φεύγει σχεδόν με… μισή καρδιά, σαν τα παιδάκια που με το ζόρι τα μαζεύει η μητέρα τους για να επιστρέψουν στο σπίτι.

Η Νικόλ και τα… παιχνίδια της, με δικά της λόγια:

«Δεν είναι δουλειά, δεν υπάρχει πρέπει. Πάνω από όλα κάνω προπόνηση γιατί το διασκεδάζω, το… γουστάρω. Αν δεν περνούσα καλά, όσο καλή κι αν ήμουν σε αυτό το πράγμα, δεν θα το έκανα. Αλήθεια, ακόμη κι αν έβγαζα εκατομμύρια, αν δεν διασκέδαζα, θα σταματούσα.

Πάντα θέλω να κάνω περισσότερα πράγματα στην προπόνηση. Συνήθως ο προπονητής μου, Μανώλης Καραγιάννης, είναι εκείνος που προσπαθεί να με σταματήσει. Νευριάζω αν κάτι δεν γίνεται σωστά. Δεν θα φύγω, αν δεν κάνω τουλάχιστον τρεις φορές όπως πρέπει την κάθε άσκηση. Και η καλύτερη επανάληψη πρέπει να είναι η τρίτη, για να φύγω από το γήπεδο έχοντας την αίσθηση ότι το έκανα τελικά καλά. Ειδικά αν είμαι σε κακή ημέρα, θα επιμείνω μέχρι να τα καταφέρω γιατί νευριάζω.

Η χειρότερη μέρα μου στην προπόνηση είναι το Σάββατο. Δεν ξέρω γιατί, δεν είναι ιδιαίτερα απαιτητικό το πρόγραμμα, κάνουμε και πιο δύσκολα άλλες ημέρες. Μάλλον επειδή έχω πίσω μου την κούραση όλης της εβδομάδας. Είναι η μόνη ημέρα που λέω «ωχ, προπόνηση!». Αλλά μέχρι εκεί. Εννοείται ότι δεν υπάρχει ενδεχόμενο να λείψω βέβαια. Κοπάνα; Τρελαθήκατε; Σε καμία περίπτωση! Ποτέ! Θα απουσιάσω μόνο αν είμαι άρρωστη και αυτό σε περιπτώσεις που πραγματικά είμαι χάλια.

Το μόνο που σιχαίνομαι στην προπόνηση είναι οι δρόμοι. Στην αρχή ειδικά, όταν πρέπει να τρέξω 20ʼ. Αλλά το κάνω, γιατί ξέρω ότι θα μου κάνει καλό. Κατά τα άλλα, τρελαίνομαι για τα πάντα στο πρόγραμμα. Άλματα, ενόργανη, οτιδήποτε.

Αν ήταν δυνατόν, θα ήθελα να είμαι όλη ημέρα στο στάδιο. Ακόμη και να κοιμάμαι στο στρώμα του επί κοντώ. Δεν μπορώ να μην κάνω προπόνηση. Όταν τελειώνει η μία σεζόν, θα αντέξω το πολύ μία εβδομάδα με δέκα ημέρες μακριά από το στάδιο. Μετά αρχίζω να λέω ότι έφαγα πολύ, πάχυνα, θέλω να ξεκινήσω και άλλα τέτοια.

Την προηγούμενη εβδομάδα διαπίστωσα ότι έφτασε πάλι ο καιρός για αγώνες. Ούτε που κατάλαβα πώς πέρασαν οι ημέρες. Μου φάνηκε τόσο μικρό το διάστημα από τη στιγμή που τελείωσε η σεζόν του κλειστού στίβου. Γιατί πήγαινε καλά η προετοιμασία, αν και ήταν πολύ δύσκολη. Σκεφτόμουν ότι θα αφήσω τα… κόκαλά μου στο στάδιο. Αλλά ήξερα ότι φέτος που, σε αντίθεση με τα δύο προηγούμενα χρόνια, είμαι καλά και μπορώ να δουλέψω σκληρά, πρέπει να βγάλω την προπόνηση. Και το έκανα. Ώρα λοιπόν για αγώνες…».

Προηγούμενο άρθροΘύμα ρατσισμού ο Nelson Evora
Επόμενο άρθροΣχολικό Πρωτάθλημα 2014 (ΟΑΚΑ, 6-7/5)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ